ΠΟΡΤΡΕΤΑ


  Εδώ θα βρείτε ανθρώπους του χωριού μας που   πέρασαν    
         Πρόσφεραν  και άγγιξαν την ψυχή μας .
         
         Τους οφείλουμε τιμή και μνήμη.
  Βοηθείστε μας για την καταγραφή των.



             ΠΙΝΑΚΑΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΝΤΩΝ
              1.Δημήτριος Παπανικολάου(1902-1986)
              2. Απόστολος Καγκιούζης (1903-1976)
              3.Γρηγόριος Καγκιούζης (1907-1989)
              4.Αθανάσιος Μπαλατσούκας (1910-1940)
              5.Λάζαρος Τσιουπράς
              6.Αθανάσιος  Ράπτης (1909-1991) 
                     7.Αθανασιος Παπαγεωργίου
                       




1.ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ(1902-1986)
(ο Φωτισμένος Δάσκαλος)
του Σταύρου Φαλαγγάρα (Από την Εφημ."Μυρόφυλλο")

<<Oι Μυροφυλλίτες ενωμένοι τα καταφέραμε και βγήκαμε από την εμφύλια διαμάχη.Αυτή την ενότητα θα παρακαλούσα να διατηρήσουμε και τώρα παραμερίζοντας τις διαφωνίες και τις διαφορές μας. Οι Μυροφυλλίτες πολέμησαν τους κατακτητές και δικαιούνται να ονομάζονται αντιστασιακοί αχρωμάτιστοι.>>
Δημήτριος Παπανικολάου
Από το βιβλίο του << Ένας δάσκαλος θυμάται>>



2.AΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΓΚΙΟΥΖΗΣ(1903-1976) 
 Ο Δάσκαλος, Ο Γραμματέας, ο άνθρωπος) 
    Του Στυλιανού Καγκιούζη, Αντιστρατήγου ε.α




«Κατά τις μαύρες μέρες της Κατοχής και του Ανταρτοπολέμου έταξα ως υπέρτατο καθήκονπρος την Μητέρα Ελλάδα, την Λευτεριά και την ηρεμία του τόπου και με βοηθό τον Παντοδύναμο Θεό, προσέφερα τον εαυτό μου στην υπηρεσία του συνόλου και των συνανθρώπων μου ». Λόγια βγαλμένα με ικανοποίηση απο τα βάθη της ψυχής του για την προσφορά στην Πατρίδα και στους συνανθρώπους που με ανιδιοτέλεια και αγάπη υπηρέτησε.
Ποιοί απο την γενιά μας δεν ενθυμούνται τον καλοκάγαθο Γραμματέα,
πόσοι απο μας τον αυστηρό δάσκαλο και όλοι μας το μακρόσυρτο γέλιο του που σε παρέσερνε να ξεκαρδιστείς μαζί του?
Όσο για μας τους μαθητές του είναι αδύνατο να τον ξεχάσουμε! 

Ειχε μιά περίεργη παιδαγωγική μέθοδο .. Για να συνετίσει τους άτακτους μαθητές,έπρεπε να σπάσει τουλάχιστο δύο βέργες στα χέρια των ανεψιών και των παιδιών του.
Ετσι για να βλέπουν οι μεγάλοι και να συνετίζονται! Γεννήθηκε τον Μάιο του 1903 και φοίτησε στο Σχολαρχείο του χωριού. Το 1922, σε ηλικία 19 ετών, κατετάγη ως εθελοντής Χωροφύλακας με τριετή θητεία στο Γουδί Αθηνών και αμέσως τοποθετήθηκε στην Ανώτατη Διοίκηση Χωροφυλακής Σμύρνης, Μικρας Ασίας, όπου,την περίοδο εκείνη ευρίσκετο υπο κατάρρευση η μεγάλη προσπάθεια του Εθνους.
Το θλιβερό τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας τον έφερε πίσω στην Ελλάδα συνοδευόμενος απο επαναστάτες στρατιώτες του Πλαστήρα οι οποίοι αφού τον αφόπλισαν τον έθεσαν υπο περιορισμό στο Στρατόπεδο του Ρουφ Αθηνών.
Καθηρέθηκε απο τον βαθμό του Υπαξιωματικού Χωροφύλακα κατηγορηθείς
ως βασιλόφρωνας και μεταφέρθηκε στους οπλίτας Πεζικού όπου επι έτος υπέστη τα πάνδηνα. Το 1925 απελύθη της Στρατιωτικής Υπηρεσίας και επανεκατατάγη στη Χωροφυλακή μέχρι το 1930.
Υπηρέτησε στις Διοικήσεις Χωροφυλακής Καρδίτσας, Αρτας και συμμετείχε στα Αποσπάσματα-Τζουμέρκων προς καταδίωξη ληστροσυμμοριτών μεταξύ των οποίων και ο περιβόητος Γιαγκούλας. Απο τις κακουχίες έπαθε διπλή πνευμονία με σοβαρό κλονισμό της υγείας του και απελύθη ως ανίκανος να εκτελέσει τα καθήκοντά του.
Το 1934 διορίζεται Γραμματέας της Κοινότητας Κοθωνίου και το 1935 αναλαμβάνει και τα καθήκοντα του Γραμματέα και Ληξιάρχου της Κοινότητας Μυροφύλλου.
Η υπηρεσία του, έμμισθη αρχικά μέχρι το 1939 και απο το 1939 μέχρι το 1954 άμισθη, λόγω της ανωμάλου καταστάσεως. Η κήρυξη του πολέμου του 1940 τον βρίσκει Γραμματέα των Κοινοτήτων Μυροφύλλου -Κοθωνίου και αναλίσκεται στην επιτυχία της πολιτικής επιστράτευσης, στη σύνταξη δικαιολογητικών για λήψη εφεδρικών επιδομάτων στις οικογένειεςως των στρατευσίμων μεταβαίνοντας πεζή στα κέντρα για λήψη των επιδομάτων και επίδοση στους δικαιούχους.
Ηταν ο μόνος στο χωριό που γνώριζε τον ιστό της Κρατικής γραφειοκρατίας και αφιλοκερδώς προσέφερε τις υπηρεσίες στους συγχωριανούς του.
Πόσοι γονείς και αδελφές δεν επισκέπτοντο τον «Γραμματικό» του χωριού να γράψει γράμμα και να εμψυχώσει τα μαχόμενα παιδιά και αδέλφια στο μέτωπο ..
Η μακροχρόνια προσπάθεια για την αναγνώριση της παθήσεώς του σε υπηρεσία πέρα από την απαγοήτευση του έμαθε και τα τερτίπια της γραφειοκρατίας.
Ετσι ασχολήθηκε με την σύνταξη δικαιολογητικών για την απονομή συντάξεως στους χωριανούς που ήταν θύματα ή ανάπηροι πολέμου της κατοχής. 
Στο αυτοβιογραφικό του σημείωμα αναφέρει ονομαστικά τις τελέσφορες προσπάθειες για απονομή συντάξεως σε 39 τουλάχιστο συγχωριανούς μας «με μόνη αμοιβή το καθήκον προς τους συνανθρώπους του και με την μικρή βοήθεια φιλοτίμων δημοτών προσφέροντας λίγο καλαμπόκι απο το υστέρημα των οικογενειών τους». Κατα την Κατοχή ενετάχθη στην Οργάνωση ΕΔΕΣ αρχικά ως Γραμματέας της Επιτροπής Εθνικού Αγώνος
και στη συνέχεια ένοπλος αντάρτης μέχρι τον Οκτώβριο του 1943 οπότε η περιοχή μας κατελήφθη απο τους αντάρτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. 
Παρέμεινε στον τόπο του, με σοβαρό κίνδυνο της ζωής του, για να βοηθήσει τους συγχωριανούς και αρνήθηκε να ακολούθησει τους μαχητάς του ΕΔΕΣ που αναδιπλώθηκαν πέρα του Αραχθου ποταμού. Κατηγορήθηκε για την δραστηριότητά του στο ΕΔΕΣ,καταδικάστηκε απο Ανταρτοδικείο του ΕΑΜ και διατάχθηκε η σύλληψή του η οποία ευτυχώς δεν πραγματοποιήθηκε διότι αμέσως μετά ακολούθησε η Συμφωνία της Βάρκιζας με την οποία δόθηκε αμνηστία. Απο το 1943 μέχρι το 1947 περιορίστηκε στα καθήκοντα του Γραμματέα των Κοινοτήτων Μυροφύλλου και Κοθωνίου συνεχίζοντας να προσφέρει τις υπηρεσίες του χωρίς αμοιβή. Το 1947, με την επανάληψη του Συμμοριτοπολέμου, ανέλαβε επιπρόσθετα καθήκοντα Τομεάρχου πληροφοριών του Εθνικού Στρατού με κύρια
αποστολή την διατήρηση συνδέσμου με τα γειτονικά χωριά για υποστήριξη του Τάγματος Εθνοφυλακής Τετρακώμου που ήλεγχε την περιοχή μέχρι γεφύρας Κονδύλη.
Δυστυχώς από την Ανοιξη του 1948 (5 Μαίου 1948) το χωριό μας κατελήφθηκε απο Κομμουνιστοσυμμορίτες.Οι 800 περίπου κάτοικοι του χωριού πανικίβλητοι και έντρομοι εγκατέλειψαν τα σπίτια και τα υπάρχοντά τους και συνωστιζόμενοι στη γέφυρα Κονδύλη περνούσαν τον Αχελώο για την προσφυγιά.
Οι κλαγγές των αυτομάτων όπλων, που με σαρκασμό συντηρούσαν οι Κομμουνιστοσυμμορίτες απο τα υψώματα της Αγίας Παρασκευής, αντάμωναν με τα κλάματα των πιαδιών, τους σπαραγμούς των γυναικών και τα μουγγρίσματα των ζώων μέσα σε μιά κόλαση πανικού.
Συγκεντρώθηκαν όλοι τους στην εκκλησία του Τετρακώμου, στο πλευρό του Στρατού,κι αγνάντευαν απο μακριά την λεηλασία των περιουσιών τους. Μετά την απόσυρση του Στρατού απο το Τετράκωμο επακολούθησε και η αναγκαστική φυγή στα μεγάλα αστικά κέντρα Τρικάλων, Ξηρομέρου και ιδίως Αρτας όπου διέμειναν σε προσφυγικές σκηνές και σε πρόχειρα παραπήγματα. 
Μόνη τους βοήθεια η ελάχιστη προσφορά σε άλευρα και σκηνικό υλικό απο την Αμερικανική Βοήθεια.
Το χρονικό αυτό διάστημα ο ίδιος και η οικογένειά του ακολούθησαν τη μοίρα των συγχωριανών.
Μεταφέροντας στις ελάχιστες αποσκευές του τα πρόχειρα Αρχεία του χωριού και καταδιωκόμενος απο τους Κομμουνιστοσυμμορίτες προσέφυγε σε παραπήγματα στην Αρτα.
Εκλιπαρούσε τις Κρατικές και Στρατιωτικές Αρχές για να δείξουν ενδιαφέρον και φροντίδα στους πρόσφυγες συγχωριανούς του. Εξέδιδε τις απαιτούμενες από τις Αρχές βεβαιώσεις οικογενειακής καταστάσεως των προσφύγων απαραίτητες για την διανομή της βοήθειας.
Μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Στρατού, τον Ιούνιο του 1949, το χωριό μας απελευθερώθηκε και οι κάτοικοι σιγά-σιγά επανήλθαν στα ριμαγμένα σπίτια τους και επιδόθηκαν στον αγώνα για την ανασυγκρότηση του χωριού.
Παράλληλα προς τα καθήκοντα της ανασυγκρότησης της Κοινότητας και των λεηλατημένων Αρχείων ανέλαβε και τα καθήκοντα του προσωρινού δασκάλου με έγκριση του Επιθεωρητού Τρικάλων. 
Το Σχολείο ηταν ίσως το πολυπληθέστερο μέχρι σήμερα.Αριθμούσε 94 μαθητές και μαθήτριες στους οποίους δίδασκε χωρις αμοιβή μέχρι το 1950 που παρέδωσε στον τακτικό δάσκαλο κ.Ηλία Κωστόπουλο. 
Συνέβαλε με όλες του τις δυνάμεις στην ανασυγκρότηση της Κοινότητας
συνεργαζόμενος στενά με τους εκάστοτε Προέδρους.
Το 1962 απελύθη με αίτησή του λόγω σοβαρού κλονισμού της υγείας του.
Το 1976 η καρδιά του τραυματισμένη απο τις κακουχίες σταμάτησε να χτυπά.
Ο Γραμματικός του χωριού έφυγε απο κοντά μας.
Εφυγε νωρίς σα να γνώριζε ότι η καρδιά του δεν θ'άντεχε στο τρομερό χτύπημα που θ'άπερνε αργότερα απο τον πρόωρο χαμό του μονάκριβου γιού του,του αείμνηστου Φάνη.
Εφυγε ήσυχος ότι ανάλωσε τη ζωή του στην υπηρεσία των συνανθρώπων του και στον αγώνα για την προκοπή του τόπου του. 

Μας άφησε πίσω την ιστορία του, τον αγώνα του, την ανθρωπιά του.
Στην αυτοβιογραφία του αναφέρει τους αγώνες του για τους φτωχούς και αδύνατους χωριανούς, τους απλούς και αγράμματους που εκμεταλλεύοντο απο τους μάλλον ισχυρούς και «ολίγον εγγράμματους».
«Οταν ανέλαβα Γραμματέας, γράφει, το Κοινοτικό Συμβούλιο απαρτίζονταν απο τους μεγαλοκτηνοτρόφους που ενόμιζαν ότι ήταν δημότες Α κατηγορίας και επέτυχαν να μη καταβάλλουν φορολογία για τα δικαιώματα βοσκής των ορεινών λειβαδιών σαν ιδιοκτησία τους.
Ετσι φορολογία κατέβαλαν μόνο οι μικρογεωκτηνοτρόφοι δημότες ως ανήκοντες στην Β κατηγορία ! » 

Αγωνίσθηκε και πέτυχε την απονομή της δίκαιης φορολογίας.Και αλλού με παράπονο αναφέρει:


"Οταν εκποιείτο απο τον ΟΔΕΠ η Μοναστηριακή περιουσία, εισηγήθηκα στο Κοιν. Συμβούλιο να αγορασθεί εξ ολοκλήρου απο την Κοινότητα επ'ωφελεία της με υποχρεωτική φορολογική εισφορά. Δυστυχώς δεν εισακούσθηκα απο μερικούς ηγέτας οι οποίοι έσπευσαν ν'αγοράσουν για λογαριασμό τους και για το δικό τους συμφέρον, αδιαφορώντας για τα κοινά συμφέροντα των δημοτών! ». Αυτός ηταν ο Γραμματικός του χωριού μας. 

Απλός και αγνός αγωνιστής, σεμνός πατριώτης και υπέροχος άνθρωπος.


3.ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΓΚΙΟΥΖΗΣ (1907-1989)





Γεννήθηκε το 1907.
Οι γονείς του: Κων-νος(Κωστούλας) Καγκιούζης και Ελένη το γένος Καραχάλιου.
Τα αδέρφια του: Απόστολος Καγκιούζης και Αλεξία (Αλέξου) σύζυγος Δημητρίου (Μήτσιου) Καρακίτσιου.
Μεγάλωσε και έζησε στον Μπουρνιά.Με τους γονείς του δούλεψε σκληρά και διαμόρφωσε τις κακοτράχαλες πλαγιές σε χωράφια.
Σχολείο δεν πήγε, όπως άλλωστε τα περισσότερα παιδιά της ηλικίας του.
Τα παιδικά του όνειρα ήταν να μεγαλώσει τα χωράφια και να κτίσει ένα σπίτι.
Το 1924, σε ηλικία 17 ετών,λόγω λάθους χρονολογίας γεννήσεως (1904 αντί 1907) κατατάχτηκε στο Στρατό με την συνοδεία του πατέρα του.
Υπηρέτησε στην Ελληνοβουλγαρική μεθόριο στην περιοχή Σερρών
Όταν απελύθη συγκέντρωσε τις προσπάθειές του στο χτίσιμο του σπιτιού.
Ανέθεσε το χτίσιμο σε Ηπειρώτες τεχνίτες.Επί ένα σχεδόν χρόνο η ομάδα των μαστόρων πελεκούσε με δεξιοτεχνία τις επιλεγμένες πέτρες του Άσπρου.
Το 1927 τελείωσε το διώροφο σπίτι και ήταν το μεγαλύτερο και ωραιό-
τερο σπίτι της περιοχής.
Το σπίτι συντηρείται μέχρι σήμερα στην αρχική του μορφή και είναι λειτουργικό.
Σε ηλικία 27 ετών,το 1934, νυμφεύθηκε την Ευαγγελία Καραντάκου και απέκτησε πέντε(5) παιδιά.
Την Βασιλική,τον Κώστα,την Θεοδώρα,τον Στέλιο και τον Τάκη.Η ζωή τους ήταν συνεχής αγώνας.
Άφηναν το αλέτρι για να πιάσουν τον κασμά ,να τρέξουν στα ζώα ,να κάνουν το μαξούλι.
Όποιος εξασφάλιζε το ψωμί (καλαμπόκι) της χρονιάς του λογίζονταν νοικοκύρης.
Ο Γρηγόρης Καγκιούζης ήταν νοικοκύρης στην εποχή του.
Το εθνικό προσκλητήριο του 1940 τον βρίσκει ν΄αποχαιρετά τη γυναίκα του με τρία ανήλικα παιδιά και ν΄αναχωρεί για το Αλβανικό μέτωπο.
Αντιμετώπισε τις κακουχίες του πολέμου στα Βορειοηπειρωτικά βουνά όπως όλα τα Ελληνόπουλα.
Επέστρεψε από το μέτωπο το 1941 ,με τα πόδια, φέρνοντας μαζί του ως λάφυρο, ένα ιταλικό όπλο με την ξιφολόγχη.
Ρίχτηκε και πάλι στη βιοπάλη για ν΄αντιμετωπίσει τα δύσκολα χρόνια της κατοχής.
Το 1942 έφερε στον κόσμο και το τέταρτο παιδί.Η κατοχή δημιούργησε τρομερά επισιτιστικά προβλήματα στα αστικά κέντρα.
Ομάδες πεινασμένων διέρχονταν από το χωριό και αντάλλασσαν τιμαλφή με ολίγο καλαμπόκι.Όσοι χτύπησαν την πόρτα του έφευγαν πάντα με λίγο καλαμπόκι από το υστέρημα των παιδιών του χωρίς να δεχθεί αντίτιμο.
Δεν άντεχε το άδικο και αγωνιζόταν για το δίκαιο των συνανθρώπων του.
Ο λόγος του συμβόλαιο εμπιστοσύνης.
Το 1943 εμφανίστηκαν στο χωριό αντιστασιακές ομάδες του ΕΔΕΣ(Ζέρβας) και του ΕΛΑΣ(Αρης Βελουχιώτης).
Όλοι οι κάτοικοι του χωριού βοηθούσαν με κάθε τρόπο τους αγωνιστάς.
Δυστυχώς οι δύο οργανώσεις που μέχρι τον Οκτώβριο του 1943 πολεμούσαν ενωμένες τον κατακτητή,ήρθαν σε αυτοκαταστροφική σύγκρουση.
Το χωριό μας ήταν το βασικό πέρασμα των εκατέρωθεν αντεπιθέσεων.
Έτσι οι δύστυχοι Μυροφυλλίτες εθεωρούντο συνεργάτες του αντιπάλου
όταν ανακαταλαμβάνονταντο χωριό.
Ευτυχώς που στο χωριό μας υπήρξαν σώφρονες πνευματικοί άνθρωποι(Παπανικολάου-Παπαγεωργίου)που αντιμετώπισαν με επιτυχία τη μπόρα.
Ωστόσο στο χωριό έλαβαν χώρα εκτελέσεις πατριωτών απο τον ΕΛΑΣ ως και φυλακίσεις στη Μονή του Αγίου Γεωργίου.
Το σπίτι του Γρηγόρη Καγκιούζη, λόγω της απόμακρης θέσης του, απετέλεσε όσων κατάφερναν να αποδράσουν από τα βασανιστήρια και
την ομηρία των ΕΛΑΣιτών.
Με άμεσο κίνδυνο της ζωής του και της οικογενείας του απέκρυψε και διέσωσε νεαρό παιδί (Μόσιαλο) που διέφυγε από τη σφαγή των ΕΛΑΣιτών στο χωριό τον Ιανουάριο του 1944.
Το γεγονός πληροφορήθηκαν αργότερα οι ΕΛΑΣίτες και στοχοποιήθηκε.
Τον Ιούνιο του 1945 η ομάδα του Άρη Βελουχιώτη ,καταδιωκόμενη, έπεσε σε ενέδρα κοντά στο χωριό και εγκλωβίστηκε στη χαράδρα του Φάγγου σε ελάχιστη απόσταση από το σπίτι του.
Ο Άρης θεώρησε υπεύθυνους τους Μυροφυλλίτες και διαμήνυσε ότι αν
επιζήσει θα "λαλήσει κουκουβάγια στο χωριό"
Συνεργαζόμενος με τον Ευάγγελο Μαρέτη ,γείτονας από την απέναντι
όχθη, ενημέρωσαν τις ομάδες καταδίωξης,(οπλαρχηγός Βόιδαρος από την πλευρά της Μεσούντας και Υπολοχαγός Μόκας από την πλευρά του Μυροφύλλου) να ενεργήσουν άμεσα για την εξουδετέρωση και την αποφυγή της σφαγής.
Οι αντιρρήσεις και η σκόπιμη καθυστέρηση του υπολοχαγού Μόκα, παρά τις συνεχείς παρακλήσεις του Γρηγόρη Καγκιούζη για άμεση δράση κάμφθηκαν με την άφιξη του Μαρέτη στην πλατεία του χωριού που στάθμευε ο Λόχος.
Και οι δύο τον καθιστούσαν υπεύθυνο για ότι συμβεί στα χωριά τους (Μυρόφυλλο- Μεσούντα).
Υποχρεώθηκε σε δράση και επιτεύχθηκε τελικά η εξουδετέρωση.
Τα δύσκολα χρόνια του Συμμοριτοπολέμου,1946-49,ο ίδιος και η οικογένειά του δοκιμάστηκαν σκληρά.
Οι Κ/Σ βάλθηκαν να τον εξοντώσουν.Κάθε φορά που έκαναν την παρουσία τους στο χωριό μετακόμιζε στις σπηλιές και στα ανήλια καλύβια της ακροποταμιάς.
Οι υπερήλικες γονείς του δεν μπορούσαν να μετακινηθούν.
Όλα τα τρόφιμα και τα υπάρχοντα αρπάχτηκαν από τους Κ/Σ.
Αναγκάστηκε ν΄απομακρύνει την οικογένεια σε ασφαλέστερο μέρος(Άρτα- Αμφιλοχία) και ο ίδιος με το μεγαλύτερο παιδί, τη Βασιλική, να κρύβονται στην απέναντι Μεσούντα.
Έπρεπε να περνάει νύχτα τον φουρτουνιασμένο Ασπροπόταμο,να προμηθεύει
με λίγο ψωμί τους γέρους γονείς του και να επιστρέφει.
Πόσες φορές ήρθε αντιμέτωπος με τους διώκτες του και διέφυγε!
Στο σπίτι του τακτικά οι Κ/Σ επέδραμαν,άρπαζαν ότι άφηνε για τη συντήρηση των γονιών του και έστηναν ενέδρα για τη σύλληψή του.
Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά ο διασωθείς από τη σφαγή νεαρός (Μόσιαλος) απειλούσε να εκτελέσει όσους χωριανούς εφέροντο ότι αναμίχθηκαν στη σφαγή.
Του πρότεινε αν επρόκειτο να κάνει κάτι τέτοιο να εκτελέσει πρώτα τον ίδιο, τον σωτήρα του.
Το κακό αποφεύχθηκε.Στη μετέπειτα δίκη των κατηγορηθέντων χωριανών έπεισε τους Στρατοδίκες για την αθωότητα και απέφυγαν την σίγουρη καταδίκη.
Το αναμμένο καντήλι στο σπίτι του ήταν ο φάρος που προσήλκυε τα φοβισμένα παιδιά της περιοχής που διέφευγαν από το απαίσιο "Παιδομάζωμα" του Δημοκρατικού Στρατού και ζητούσαν βοήθεια.
Η Ελένη Γεωργούλα,ένα ανήλικο κορίτσι από το Τετράκωμο,όταν δραπέτευσε από τους δήμιους του παιδομαζόματος γράφει:
"Φθάσαμε σε ένα σπιτάκι μέσα στα πουρνάρια που κατοικούσε μιά οικογένεια μακρυά από την κοινωνία του χωριού και ζούσε εκεί στο δάσος το δικό της δράμα με όλες τις στερήσεις.
Η οικογένεια Καγκιούζη με δέχθηκε με συμπόνοια,πεινούσα πολύ,έτρεμαν τα πόδια μου από την πείνα,μου έδωσαν και έφαγα για πρωινό λίγο ανάλατο τραχανά και ένα κομμάτι καλαμποκίσιο ψωμί.Στο φιλόξενο σπίτι του Καγκιούζη έμεινα τρεις μέρες,με φρόντισαν σαν δικό τους παιδί,θα θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή αυτή τη μεγάλη τους προσφορά"("Παιδομάζωμα" του Γρηγόρη Μπαλάσκα).
Ένα άλλο κορίτσι,η Γιαννούλα Κυρίτση, που και αυτή ξέφυγε απο την ομηρία αφηγείται:
"Ακολούθησα την άκρη του ποταμιού και μετά από 2-3 ώρες ταλαιπωρία μέσα στα λαγκάδια και τα πουρνάρια βρέθηκα σε ένα σπιτάκι του Καγκιούζη, ανατολικά στην πλαγιά του Μυροφύλλου.Εκεί με δέχθηκαν με καλοσύνη ξεκουράστηκα και η νοικοκυρά του σπιτιού μου έβαλε φασόλια με λίγο ψωμάκι και έφαγα.
Το βράδυ τους διηγήθηκα τις ταλαιπωρίες των παιδιών."
O Γρηγόρης Μπαλάσκας στο βιβλίο του "Στρατόπεδο Μεζήλου" γράφει για τη διάσωση του νεαρούΜόσιαλου από τη σφαγή:
"..Εκεί στην πλαγιά,στα πουρνάρια,με τη φροντίδα και τη στοργή του γέρου Καγκιούζη και του γιού του Γρηγόρη,μετά από λίγες μέρες ο Μόσιαλος πέρασε το ποτάμι...."
Με τη λήξη του Συμμοριτοπολέμου ο τόπος ησύχασε και το ερημωμένο χωριό ξαναζωντάνεψε.
Η οικογένεια του Γρηγόρη ξανάσμιξε.Ο εφιάλτης έμεινε πίσω.Μπροστά τώρα ο αγώνας για ένα καλύτερο αύριο των παιδιών του.
Και σ¨αυτόν τον αγώνα δεν λογάριαζε τις προσωπικές του θυσίες.
Ευτύχησε ν¨αποκαταστήσει και τα πέντε παιδιά του και να κρατήσει στην αγκαλιά του εγγόνια.
Δεν θέλησε ποτέ να εγκαταλείψει τη γη που μεγάλωσε και πότισε με
τον ιδρώτα του.
Έφυγε το 1989,σε ηλικία 82 ετών.
Δίκαιος,εργατικός,τίμιος,σταθερός στις αρχές του,πιστός στο λόγο του
αγνός με πλούσια αισθήματα,πορεύτηκε με υπερηφάνεια στη ζωή του.

4.ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΠΑΛΑΤΣΟΥΚΑΣ


     7.AΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ 
                           (Ο ΓΙΑΤΡΟΣ)


Το χωριό μας